tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Τι δείχνει μεγάλη έρευνα για την σχέση Έλληνα και στέγης

Το 60% των Ελλήνων δαπανά από 40% έως 90% του μηνιαίου εισοδήματος για τις στεγαστικές ανάγκες.

Το 60% των Ελλήνων δαπανά από 40% έως 90% του μηνιαίου εισοδήματος για τις στεγαστικές ανάγκες.

Αυτό δείχνει έρευνα του κτηματομεσιτικού δικτύου RE/MAX.

Κατά μέσο όρο, οι δαπάνες για στέγαση των Ελλήνων φτάνουν στο 50% του μηνιαίου εισοδήματος νοικοκυριών και μεμονωμένων ατόμων, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Στις σχετικές δαπάνες δεν περιλαμβάνεται μόνο το ενοίκιο ή το στεγαστικό δάνειο, αλλά και οι λογαριασμοί για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (νερό, ηλεκτρικό ρεύμα κ.λπ.).

 

Την ίδια ώρα, σε Ελβετία, Γαλλία αλλά και στη γειτονική Τουρκία το κόστος στέγασης σε σχέση με το μηνιαίο εισόδημα είναι πολύ χαμηλότερο σε σύγκριση με το αντίστοιχο της Ελλάδας.

 

Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι όσοι δαπανούν για τη στέγασή τους χαμηλότερα ποσά από τον μέσο όρο, έχουν την επιθυμία μελλοντικά και εφόσον το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες, να ξοδέψουν περισσότερα. Χαρακτηριστικά καταγράφεται ένα 20% των ερωτηθέντων που θα μπορούσε να διαθέτει μηνιαίως έως και το 50% του εισοδήματός του για κόστος στέγασης, ένα 13% των ερωτηθέντων το 70% τους εισοδήματός τους, ενώ στην κορυφή βρίσκεται το 6% των πολιτών που θα μπορούσαν να ξοδεύουν κάθε μήνα σχεδόν το 90% του εισοδήματός τους για στέγαση.

 

Αντίθετα όσοι ήδη δαπανούν για το σπίτι τους πάνω από το 40% του μηνιαίου εισοδήματός τους (60% των πολιτών), θέλουν κάποια στιγμή να καταφέρουν να περιορίσουν τα κόστη στέγασής τους στο 40% του μηνιαίου εισοδήματός τους.

 

Οπως προκύπτει από την έρευνα της RE/MAX Europe, οι ενοικιαστές στην Ελλάδα ξοδεύουν για τον σκοπό της στέγασης το ίδιο ποσοστό του καθαρού εισοδήματος τους σε μηνιαία βάση με τους ιδιοκτήτες, σε αντίθεση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου ο ενοικιαστής ξοδεύει περισσότερα από τον ιδιοκτήτη. Οι Ελληνες μετακομίζουν κατά μέσο όρο 3 έως 5 φορές στη ζωή τους, διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία σε ποσοστό περίπου 70%, προτιμούν τις πόλεις από τις αγροτικές περιοχές, εκτιμούν ότι παρά την κρίση το κόστος ζωής παραμένει σχετικά ακριβό και ξοδεύουν κατά μέσο όρο το 50% του καθαρού εισοδήματος για ενοίκιο, δόση δανείου, ρεύμα, νερό, θέρμανση και άλλα τρέχοντα έξοδα που έχουν να κάνουν με τη στέγασή τους.

 

Η πλειοψηφία των Ελλήνων εξακολουθεί να επιλέγει για να ζήσει τα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ περίπου 1 στους 5 διαμένει στο πατρικό σπίτι με τους γονείς του. Την ίδια στιγμή, μόλις το 8,8% των πολιτών στην Ελλάδα δηλώνει στην έρευνα της RE/MAX Europe ότι ζει μόνος του (το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη είναι σχεδόν διπλάσιο, -15%)

 

Το 37% των ερωτηθέντων απαντά θετικά στο ερώτημα αν είναι ακριβό το κόστος ζωής και 1 στους 4 προβλέπει αύξησή του παρά το γεγονός ότι τα εισοδήματα και οι μισθοί έχουν συρρικνωθεί δραματικά. Αντίθετα σε χώρες όπως η Ελβετία και η Φινλανδία οι απαντήσεις των κατοίκων τους για το αν είναι ακριβό το κόστος ζωής ή όχι το 66% και 62% αντίστοιχα απάντησαν θετικά.

 

Από την άλλη πλευρά, στην Ελλάδα 4 στους 10 εκτιμούν ότι το κόστος ζωής δεν είναι ούτε ακριβό ούτε φθηνό αλλά και τείνουν προς το φθηνό. Επίσης, το 23% των ερωτηθέντων τάσσεται υπέρ της άποψης που θέλει το εν λόγω κόστος να εκτοξεύεται στο άμεσο μέλλον σε υψηλότερα επίπεδα.

 

Τα χαμηλότερα ποσοστά (24%) εκείνων που εκτιμούν ότι αυξάνεται, παρατηρούνται στις ηλικίες 20 – 29 ετών και τα υψηλότερα (43%) στις ηλικίες 40 – 49 ετών. Η τάση αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στο σύνολο των ευρωπαϊκών κρατών που αποτελούν μέρος αυτής της έρευνας καθώς όσο μεγαλύτερη ηλικία έχει ο ερωτώμενος τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να απαντήσει ότι το κόστος ζωής στη χώρα του αυξάνεται.  Επίσης, με κριτήριο το φύλο, μόνο το 18,5% των ανδρών πιστεύει ότι η ζωή στην Ελλάδα γίνεται όλο και πιο ακριβή, ενώ στις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 27%.

 

Πηγή : www.euro2day.gr