tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΓΣΕΒΕΕ: «ΕΤΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ» το 2013 για επιχειρήσεις, απασχόληση

Έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, που έγινε τον Ιανουάριο του 2013, δείχνει επιδείνωση του κλίματος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, που έγινε τον Ιανουάριο του 2013, δείχνει επιδείνωση του κλίματος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Με την έρευνα επιχειρείται μια σαφής καταγραφή των τάσεων του οικονομικού κλίματος καθώς και η παρακολούθηση των βασικών δεικτών λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων κατά το 2ο εξάμηνο του 2012, ενώ παράλληλα προχωρά και σε πρόβλεψη για το 1ο εξάμηνο του 2013. Οι εκτιμήσεις της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ  όσον αφορά τη συρρίκνωση της απασχόλησης, επιβεβαιώνονται και από τις έρευνες της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η εικόνα των ερευνών επιβεβαιώνει και τις αντίστοιχες, δυσοίωνες εκτιμήσεις της ΓΣΕΒΕΕ για τη διακοπή λειτουργίας σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με την έρευνα, 8 στις 10 επιχειρήσεις (82 %) καταγράφουν επιδείνωση της γενικής οικονομικής τους κατάστασης. Η τάση αυτή είναι οριακά μικρότερη από την προηγούμενη έρευνα. Ειδικότερα, επιδείνωση εμφανίζεται:
    στον κύκλο εργασιών το 81,1 %
    στη ζήτηση το 78,7%
    στη ρευστότητα το 85 %
    στις παραγγελίες το 83,3%
    στις επενδύσεις: αύξηση καταγράφει το 5,7%, μείωση το 47 % και στασιμότητα το 43,1%

Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας παρουσιάζονται συνοπτικά παρακάτω:

A. ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

1)    Η αποτίμηση του β’ εξαμήνου 2012 παραμένει αρνητική, καθώς για το 82% των μικρών επιχειρήσεων η κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Όλα τα οικονομικά μεγέθη των επιχειρήσεων διατηρούν αρνητικές επιδόσεις, με οριακή επιβράδυνση. Το 81,1 % των επιχειρήσεων σημείωσε μείωση στον κύκλο εργασιών, με μεγαλύτερη μείωση στις εμπορικές επιχειρήσεις. Ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου για το δεύτερο εξάμηνο του 2012 κυμαίνεται στο 32,9% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του ίδιου έτους (Διάγραμμα 1).

2)    Ο μοναδικός δείκτης που παρουσιάζει τη σημαντικότερη επιδείνωση σε σχέση με τις προηγούμενες έρευνες αφορά την επενδυτική δραστηριότητα των επιχειρήσεων. Μόνο το 5,7% αύξησε την επενδυτική δαπάνη (ο αντίστοιχος δείκτης τον Ιούλιο του 2012 ήταν 6,9 %), (Διάγραμμα 1).        Οι προβλέψεις για το πρώτο εξάμηνο του 2013 παραμένουν δυσοίωνες καθώς οι προσδοκίες των επιχειρήσεων είναι αρνητικές (62,9% του δείγματος). Δεδομένου ότι το 45,2% των επιχειρηματιών εκτιμούν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2013 δεν θα προβούν σε καμία επένδυση, ενώ ένα επιπρόσθετο 41,5% θα προχωρήσει σε μείωση των επενδύσεων. Φαίνεται να παγιώνεται και να ενισχύεται ένα επικίνδυνο κλίμα από-επένδυσης (Διάγραμμα 4).

3)    Η επενδυτική ανασφάλεια και αδράνεια των επιχειρηματιών δικαιολογείται και από το γεγονός ότι το 33% αυτών τοποθετεί χρονικά την ανάκαμψη της αγοράς από το 2020 και μετά, ενώ το 6,8% θεωρεί ότι δεν θα έρθει ποτέ (Διάγραμμα 7).

4)    Μόλις το 18,7% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η επιχείρηση είχε κέρδη το προηγούμενο έτος (2012). Οι περισσότερες επιχειρήσεις (44,7%) προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στην κρίση, λειτουργώντας ακόμη και με ζημιές. Σημειωτέον, για το έτος 2011 οι αντίστοιχοι δείκτες  ήταν 20,1% με κέρδη και 42,1% με ζημίες.

Β. «ΛΟΥΚΕΤΑ» – ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΘΕΣΕΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
 
1)    Περίπου 170.000 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν κίνδυνο κλεισίματος το επόμενο δωδεκάμηνο (64.000 στον κλάδο του εμπορίου). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η καθαρή μείωση των επιχειρήσεων για αυτό το χρονικό διάστημα θα είναι 55.000 (από αυτές οι 20.000 ανήκουν στον κλάδο του εμπορίου). Εάν επαληθευτούν αυτές οι εκτιμήσεις τότε υπάρχει κίνδυνος απώλειας 195.000 θέσεων συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί).

2)    Σύμφωνα με το μοντέλο του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012 χάθηκαν 61.000 θέσεις μισθωτής απασχόλησης. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ιούλιος-Νοέμβριος 2012) προκύπτει ότι η απώλεια αυτή ενδεχομένως να είναι μεγαλύτερη από τις εκτιμήσεις μας.

3)    Από την έρευνα προκύπτει ότι οι απώλειες θέσεων μισθωτής εργασίας για το πρώτο εξάμηνο του 2013 θα πλησιάσουν τις 69.000.

4)    Οι επιπτώσεις της κρίσης στα μεγέθη και χαρακτηριστικά της απασχόλησης συνεχίζονται, ακολουθώντας την ίδια τάση. Σε κάθε 1 πρόσληψη στον ιδιωτικό τομέα αντιστοιχούν περίπου 4 απολύσεις (στην προηγούμενη έρευνα ήταν 1:7, Ιούλιος 2012) .

5)    Με βάση αυτά τα στοιχεία και αν συνυπολογίσουμε το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό ανεργίας στις νέες ηλικίες, καθώς και το κλίμα από-επένδυσης που επικρατεί στην ελληνική οικονομία, τότε βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο της υποβάθμισης του ανθρώπινου δυναμικού, της από-επένδυσης σε δεξιότητες και τεχνογνωσία και τελικά στην περαιτέρω επιδείνωση των δεικτών ανταγωνιστικότητας.

Γ. ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

1)    Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας αναφέρεται στη ραγδαία μεταβολή του καθεστώτος απασχόλησης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η μερική απασχόληση αποτελεί πλέον μία γενικευμένη πρακτική για τις επιχειρήσεις του δείγματος. Πιο συγκεκριμένα 6 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσε ότι έχει προχωρήσει κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012 τόσο σε μείωση ωρών εργασίας, όσο και σε μείωση αποδοχών. Επίσης το 47,7% των επιχειρήσεων με προσωπικό έχει προχωρήσει σε έμμεση μείωση του μισθολογικού κόστους, μειώνοντας ώρες ή ημέρες εργασίας. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα έτη 2010 και 2011 ήταν 30% (Διαγράμματα 5 και 6).    

2)    Το 52,4% των επιχειρήσεων του δείγματος αντιμετωπίζει προβλήματα στην έγκαιρη καταβολή των μισθών.

3)    Ως άμεσο μέτρο για να σταματήσει η κατάρρευση των μισθών, του τζίρου και της ζήτησης η ΓΣΕΒΕΕ προκρίνει την επαναφορά της επεκτασιμότητας στις συλλογικές συμβάσεις.

Δ. ΟΦΕΙΛΕΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

1)    Το 33,8% των επιχειρήσεων έχει καθυστερημένες οφειλές σε προμηθευτές. Πάνω από 30% έχει καθυστερημένες οφειλές σε  ενοίκια, τράπεζες και ΔΕΚΟ. Ειδικά στον ΟΑΕΕ το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 43% (σε αντίθεση με το ΙΚΑ που είναι στο 17,3%).

2)    Οι επιχειρήσεις που καθυστερούν να αποπληρώσουν οφειλές προς την εφορία αυξήθηκαν κατά 25%. Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις του δείγματος (51,1%) εκτιμούν ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν το 2013 στις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

3)    Το 83,7% των επιχειρήσεων του δείγματος έχει προχωρήσει στη διάρκεια των 2,5 τελευταίων ετών σε μείωση των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες που παρέχουν. Μεγαλύτερες μειώσεις έχουν παρατηρηθεί στις επιχειρήσεις της Αττικής και στον κλάδο των υπηρεσιών.

4)    Παρά τις μειώσεις αυτές οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι οι σημαντικότεροι παράγοντες που εμποδίζουν την περαιτέρω μείωση των τιμών είναι τα λειτουργικά κόστη και οι φόροι, το μεγαλύτερο μέρος από τα οποία συνιστούν την λεγόμενη «κρατική ακρίβεια». Το 50,9% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι οι φόροι, οι λογαριασμοί ΔΕΚΟ και το ενεργειακό κόστος είναι το σοβαρότερο εμπόδιο. Το μισθολογικό κόστος θεωρείται εμπόδιο μόνο για το 5% των επιχειρήσεων.

Ε. ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ – ΤΡΑΠΕΖΕΣ

1)    Το 80,9% των επιχειρήσεων του δείγματος έχουν χρησιμοποιήσει χρήματα από προσωπικές καταθέσεις προκειμένου να καλύψουν ανάγκες της επιχείρησης. Ο αντίστοιχος δείκτης τον Ιανουάριο του 2011 ήταν 73,5% (αύξηση 11%). Το 21,5% έχει εκποιήσει προσωπική περιουσία. Η επιδείνωση των όρων χρηματοδότησης αλλά και η συσσωρευμένη ύφεση αναγκάζει τους επιχειρηματίες να προσφύγουν στους δικό τους τελευταίο καταφύγιο, που είναι ο οικογενειακός προϋπολογισμός και η οικογενειακή περιουσία. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία έχει περιέλθει σε «παγίδα ρευστότητας».

2)    Το ποσοστό των επιχειρηματιών που θεωρεί ότι οι καταθέσεις τους είναι ασφαλείς κάπου έξω («αλλού») από το συμβατικό τραπεζικό σύστημα (εγχώριο ή ξένο) έχει αυξηθεί. Η συμπεριφορά αυτή ενισχύεται μεταξύ των άλλων και από την παρατεταμένη φημολογία περί κατασχέσεων και δεσμεύσεων των καταθέσεων, δημοσίευσης στοιχείων καταθετών και αναδρομικής φορολόγησης των τόκων.

3)    Το ποσοστό των επιχειρηματιών που θεωρούν ότι η χώρα δεν έχει αποφύγει τον κίνδυνο χρεοκοπίας μειώθηκε από 54,3% (1ο εξάμηνο 2012) σε 44,9% (2ο εξάμηνο 2012). Αυτή η υποχώρηση της απαισιοδοξίας ωστόσο δεν έχει περάσει στην ίδια την επιχειρηματική δραστηριότητα.

ΚΥΡΙΑΚΕΣ

1)    Οι έμποροι σε συντριπτικά ποσοστά (85%) αποδοκιμάζουν το ενδεχόμενο ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές, θεωρώντας ότι μια τέτοια ρύθμιση δε θα έχει καμιά θετική επίδραση ούτε στην αγορά (ζήτηση), αλλά ούτε και στην απασχόληση. Αυτό ενισχύεται και από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα, σύμφωνα με την οποία το 68,8% των νοικοκυριών επιλέγει τους δύο μήνες των εκπτώσεων για τις αγορές του, και μόνο.

 Αναλυτικά η έρευνα εδώ